θεματα

Published on 26 Οκτωβρίου, 2016 | by Kynoclub

0

Μια εκπληκτική κυνηγετική ιστορία απο κυνήγι αρκούδας

του Πάνου Παπαδημητρίου

Κάποτε, παρακαθήμενος με μια παρέα κυνηγών, άκουσα την ακόλουθη ανέκδοτη ιστορία. Αυτός που μας την αφηγήθηκε ορκιζόταν πως είναι αληθινή.

Μετά την περεστρόικα του Γκορμπατσόφ στη Ρωσία άρχισαν να έρχονται διάφοροι “δυτικοί” επενδυτές για “μπίζνες”. Ένας από τους πρώτους επιχειρηματίες που κινήθηκαν σ΄αυτή την κατεύθυνση ήταν και ένας Αμερικάνος από τη Νέα Υόρκη, ονόματι Λάρυ. Πήγε λοιπόν στη Μόσχα για επαφές με ενδιαφερόμενους Μοσχοβίτες επιχειρηματίες.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του γνωρίστηκε και σε πιο προσωπικό επίπεδο με τους Μοσχοβίτες και αφού οι συζητήσεις τους επεκτάθηκαν σε διάφορα επίπεδα πέρα της δουλειάς, στο τέλος βρήκαν κοινό ενδιαφέρον: το κυνήγι.

Μίλησαν για τα όπλα τους, τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν τους σκύλους τους και στο τέλος μίλησαν για θηράματα. Ο Λάρυ είπε το παράπονό του ό,τι στην Αμερική το τριχωτό θήραμα και σπανίζει αλλά ταυτόχρονα βρίσκεται και υπό την προστασία της κυβέρνησης. Έτσι περιοριζόταν σε κανένα πουλί ή όταν του χαμογελούσε η τύχη σε κανένα λαγό. Οι Μοσχοβίτες με τη σειρά τους για να καλύψουν τη διαφορά πόντων που έχασαν στον τομέα του εξοπλισμού άρχισαν να φουσκώνουν τα πράγματα. Κάτι λίγο η ζεστή ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε, κάτι λίγο η συνήθεια των κυνηγών και των ψαράδων από ποντίκι να κάνουν λιοντάρι κι από μαρίδα φάλαινα, κάτι λίγο παραπάνω η άφθονη βότκα που έτρεχε στα ρώσικα λαρύγγια. Βγήκαν στο προσκήνιο φοβερά πράγματα.

-“Εμείς”, είπε κάποιος, “επίτηδες δε χρησιμοποιούμε τόσο καλά όπλα και εξοπλισμό όπως εσείς. Απλά δε μας χρειάζονται. Έχει τόσο πολύ κυνήγι στη Ρωσία που ακόμα και παιδί με σφενδόνα να βγει λίγο έξω από τη Μόσχα φέρνει από αγριογούρουνο μέχρι ελάφι”.

Τα μάτια του Λάρυ άστραψαν.

-“Αμάν βρε παιδιά! Σοβαρά;”

-“Άμα σου λέω…”

-“Από αρκούδες πως πάτε;”

-“Αρκούδες να δεις! Αφού το χειμώνα μπαίνουν στα προάστια της Μόσχας και ψάχνουν τα σκουπίδια”.

-“Την επόμενη φορά που θα έρθω”, λέει ο Λάρυ, “θα μπορούσαμε να πάμε για αρκούδες;”

-“Και το ρωτάς; Όταν ξανάρθεις θα το κανονίσουμε.”

Λίγες ημέρες αργότερα ο Λάρυ αναχώρησε για τη Νέα Υόρκη έχοντας ολοκληρώσει τις επαφές του. Μετά από ένα δεκαπενθήμερο στη Μόσχα φτάνει τηλεγράφημα:

“Έρχομαι τέλη επόμενου μήνα. ΣΤΟΠ. Τελικό συμβόλαιο έτοιμο για υπογραφή. ΣΤΟΠ. Οργανώστε κυνήγι αρκούδας. ΣΤΟΠ. Μετράω ώρες. ΣΤΟΠ.”

“Λάρυ”

Ανάμεσα στους Μοσχοβίτες έπεσε πανικός.

-“Βρε τον αφιλότιμο! Το πήρε τοις μετρητοίς”

-“Τώρα τι κάνουμε;”

Βλέπεις αρκούδα δεν υπήρχε σε ακτίνα αρκετών εκατοντάδων χιλιομέτρων γύρω από τη Μόσχα.

-“Ας έλεγε για κανένα λαγό, καμμιά αλεπού άντε γουρούνι, αλλά αρκούδα…”

Λίγες ώρες αργότερα η παρέα σύσωμη μαζεύτηκε στο σπίτι του ενός για συνεδρίαση. Έσπαζαν το κεφάλι τους να βρουν λύση, αλλά τίποτα. Βλέπεις από τη μια δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθεί αρκούδα στα γύρω δάση και από την άλλη δεν μπορούσαν να κακοκαρδίσουν το Λάρυ μήπως και σταθεί αφορμή να χαλάσει η συμφωνία που άξιζε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες δολλάρια.

Νεκρική σιγή έπεσε ανάμεσά τους. Το μόνο που ακουγόταν κάθε τόσο ήταν το άδειασμα της βότκας στα και από τα ποτήρια.

Ξαφνικά ο Σεργκέι πετάχτηκε ουρλιάζοντας – “Το βρήκα! Το βρήκα!”

-“Αμάν Χριστιανέ μου, μας έκοψες τη χολή. Ηρέμησε και πες μας” αποκρίθηκε ο Γιούρι.

-“Λοιπόν ακούστε. Κάποιος παιδικός φίλος του θείου μου, ο γερο Νικολάι, δούλευε στο τσίρκο σαν θηριοδαμαστής. Όταν ο γέρος έπρεπε να βγει στη σύνταξη, το τσίρκο του δώρησε μια γέρικη αρκούδα για να συμπληρώνει το εισόδημά του. Τώρα ζει σ΄ένα χωριό λίγο έξω από τη Μόσχα και γυρίζει στα πανηγύρια σαν αρκουδιάρης. Θα πάμε λοιπόν, θα τον βρούμε, θα αγοράσουμε την αρκούδα και θα βάλουμε σε εφαρμογή το δεύτερο μέρος του σχεδίου. Δηλαδή: Στο δάσος θα βρούμε μια διαδρομή και θα μάθουμε την αρκούδα να την κάνει μόνη της. Όταν έρθει ο Λάρυ θα τον βάλουμε τάχα σε ένα σημείο της διαδρομής αυτής να στήσει ένέδρα κι όταν περάσει η αρκούδα ΄μπαμ!΄”.

Άλλη επιλογή δεν είχαν κι έτσι στρώθηκαν στη δουλειά. Πήγαν και βρήκαν το γερο Νικολάι, μόνο που αυτός δεν ήθελε επουδενή λόγο να πουλήσει την αρκούδα του. Είδαν κι αποείδαν και στο τέλος μετά από χίλιες προσφορές τον κατάφεραν να την πουλήσει για τόσα χρήματα όσα δεν είχε δει ποτέ στη ζωή του ο γεράκος. Κάτι ειπώθηκε για 8.000 δολλάρια.

Πήγαιναν την αρκούδα με φορτηγό, κάθε μέρα επί ένα μήνα, σ΄ένα κομμάτι του δάσους, ανάμεσα σε δύο χωριά, απ΄όπου ξεκινούσε ένα μονοπάτι και κατέληγε σε ένα ξέφωτο ενάμισι χιλιόμετρο πιο πέρα, περνώντας μπροστά από το σημείο που θα έστηνε ο Λάρυ ενέδρα. Στο ξέφωτο την αρκούδα την περίμενε το φορτηγό τη μάζευε και την πήγαινε πάλι στην “αφετηρία”.

arkouda1

Στο αεροδρόμιο η παρέα σε πλήρη απαρτία περίμενε την πτήση από Νέα Υόρκη. Η αγωνία είχε φτάσει στο κατακόρυφο. Φτάνοντας ο Λάρυ είπε: “εγώ τα τελικά συμβόλαια τα ετοίμασα, εσείς ελπίζω να μην ξεχάσατε να διοργανώσετε το κυνήγι που λέγαμε”.

Παγωμένα χαμόγελα ζωγραφίστηκαν στα πρόσωπα των Μοσχοβιτών.

-“Μα τι λες τώρα, ξεχνιούνται τέτοια πράγματα;”

Την επομένη τα χαράματα ο Λάρυ ήταν στο πόδι με την κυνηγετική του περιβολή και πάνοπλος. -“Άντε, ακόμα; θα αργήσουμε στο τέλος”. Μπήκαν λοιπόν στα Μόσκοβιτς και γραμμή για το δάσος.

Μετά από ολιγόλεπτη περιπλάνηση στο δάσος ψάχνοντας για ίχνη, ως εκ θαύματος βρήκαν ίχνη στο μονοπάτι που εκπαίδευσαν την αρκούδα! Έβαλαν το Λάρυ με το Σεργκέι στην ενέδρα και οι υπόλοιποι έφυγαν να βρουν να χτυπήσουν τίποτε άλλο, γιατί όπως είπανε:

-Ε! πάλι αρκούδα;!!!”

Με το που απομακρύνθηκαν λίγο έβαλαν φτερά στα πόδια να φέρουν το φορτηγό με την αρκούδα στην αρχή του μονοπατιού. Καναδυό ώρες αργότερα άφησαν την αρκούδα στο μονοπάτι κι εκείνη σιγά σιγά πήρε το γνωστό της δρόμο.

Μια φορά την εβδομάδα ένας ταχυδρόμος γύριζε με το ποδήλατό του ανάμεσα στα κοντινά χωριά και για να εξοικονομήσει χρόνο, δεν πήγαινε από τη δημοσιά, αλλά έκοβε δρόμο μέσα από το δασάκι ακολουθώντας το μονοπάτι. Έτσι κι εκείνο το πρωί πήρε το σάκο του, το δισάκι του και το ποδήλατό του και ξεκίνησε να μοιράσει γράμματα. Πηγαίνοντας στο δάσος πείνασε. Ακούμπησε το ποδήλατό του στο δένδρο, άφησε το σάκο του και άρχισε να τρώει. Εκεί που έτρωγε, καθώς γυρίζει το κεφάλι του, βλέπει μια αρκούδα να έρχεται προς το μέρος του, σινάμενη κουνάμενη. Του κόπηκε το αίμα. χλώμιασε σαν το πανί και σε κλάσματα δευτερολέπτου παρατάει το δισάκι του, το σάκο και το ποδήλατό του και έγινε λαγός σαν αυτούς που έβλεπε στη χάση και στη φέξη, με τη μόνη διαφορά ότι κατά την άτακτη φυγή του, άφηνε να του ξεφύγουν άναρθρα ουρλιαχτά πανικού.

Στην ενέδρα ο Λάρυ άκουσε τα ουρλιαχτά του άμοιρου ταχυδρόμου και ρωτάει το Σεργκέι:

-“Τι ήταν αυτό;”

-“Η αρκούδα. φαίνεται αγριεμένη. Ας προσέχουμε καλύτερα!”

Εκείνη τη στιγμή στις φλέβες του Λάρυ άρχισε να τρέχει 100% αδρεναλίνη. Η καρδιά του άρχισε να χτυπά δυνατά. Έβαλε το δάχτυλο στη σκανδάλη κι έπινε τον κάθε ήχο του δάσους.

Εν τω μεταξύ η αρκούδα πλησίασε κι άρχισε να μυρίζει τα πράγματα του ταχυδρόμου. Αφού αποτελείωσε το παρατημένο πρωϊνό του ταχυδρόμου το μάτι της έπεσε στο ποδήλατο. Εκείνη τη στιγμή κάτι ξύπνησε μέσα της. Θυμήθηκε τις μέρες του τσίρκου και τα νούμερα που έκανε. Πήρε το ποδήλατο με τα μπροστινά της πόδια, το καβάλησε και συνέχισε την πορεία της κατά μήκος του μονοπατιού κάνοντας… ποδήλατο.

Στην ενέδρα όταν η αρκούδα είχε φτάσει σχετικά κοντά, ο Λάρυ πια σχεδόν δε ζούσε. Είχε γίνει ένα με το όπλο του. Η καρδιά του είχε σταματήσει, ο ιδρώτας κυλούσε, τα χέρια του έτρεμαν, η τρίχα του ήταν όρθια, το πρόσωπό του κατακόκκινο και τα μάτια του είχαν πεταχτεί έξω από τις κόγχες. Εκεί που είναι έτοιμος να πυροβολήσει με το που θα δει την αρκούδα, αυτή ξεπροβάλει μέσα από τους θάμνους κάνοντας ορθοπεταλιά.

Ο Λάρυ έβγαλε ένα “α” και λιποθύμησε. Το Σεργκέι τον έπιασε τέτοιο υστερικό γέλιο που παραλίγο θα τον έχαναν.

Εν τω μεταξύ έφτασε και η παρέα που είχε ακούσει τα ουρλιαχτά του ταχυδρόμου. Άρον-άρον τους έβαλαν σε ένα από τα Μόσκοβιτς και γραμμή για τη Μόσχα, αφήνοντας το Γιούρι και τους υπόλοιπους για να μαντρώσουν την αρκούδα.

Για το αν τελικά υπέγραψαν τη συμφωνία ή όχι ο αφηγητής δεν μας το είπε, αλλά αυτό που μας είπε είναι το ότι του Σεργκέι του έκαναν δύο ηρεμιστικές ενέσεις για να συνέλθει ενώ ο Λάρυ “φιλοξενήθηκε” μια εβδομάδα σε ψυχιατρική κλινική της Μόσχας με ισχυρό νευρικό κλονισμό.

Έτσι άκουσα την ιστορία, έτσι σας τη λέω κι εγώ. Μου είπαν ότι είναι αληθινή. Αλλά είπαμε “Οι κυνηγοί και οι ψαράδες από ποντίκι κάνουν λιοντάρι κι από μαρίδα, φάλαινα”. Αλλά πάλι ποιός ξέρει…


About the Author



Back to Top ↑
  • Video της εβδομάδας