αλεπου

Published on 31 Μαΐου, 2017 | by Kynoclub

0

ΑΛΕΠΟΥ: Μια κυριαρχία… 400 χιλιάδων ετών!

Κείμενο: Περικλής Μπίρτσας, Δρ. Δασολόγος- Περιβαλλοντολόγος

φωτο: Ν. Φωτακόπουλος

Η αλεπού είναι ένα ζώο το οποίο έχει «τραβήξει» την προσοχή μεγάλης μερίδας της κοινωνίας μας για διαφορετικούς λόγους. Για τους κατοίκους αγροτικών περιοχών και τους πτηνοκτηνοτρόφους αποτελεί εχθρό, για τους κυνηγούς αποτελεί ανταγωνιστή  που ευθύνεται για τη συρρίκνωση των πληθυσμών κάποιων  θηραματικών ειδών, για τους καλλιεργητές είναι σύμμαχος στον περιορισμό των ζημιών από τα ποντίκια και για τους «οικολόγους» έχει αναχθεί σε προστατευταίο «αντικείμενο». Που βρίσκεται η αλήθεια; Όπως πάντα κάπου στη μέση.

H επιστήμη της οικολογίας δεν μπορεί να αντιμετωπίζει όλες τις περιπτώσεις κατά τον ίδιο τρόπο. Δεν χωρούν αφορισμοί αλλά ούτε γενικολογίες. Κάθε περίπτωση είναι ιδιαίτερη και ως τέτοια πρέπει να μελετηθεί και να αντιμετωπιστεί. Βασική προϋπόθεση είναι η καλή γνώση της βιολογίας, της συμπεριφοράς και των παραγόντων που επηρεάζουν τις αυξομειώσεις των πληθυσμών της αλεπούς και των πληθυσμών των θυμάτων της. Επόμενο στάδιο είναι να καθοριστούν οι επιδιωκόμενοι στόχοι. Τι θέλουμε; Θέλουμε να έχουμε αλεπούδες για να περιοριστούν τα ποντίκια ή θέλουμε να μειώσουμε τον πληθυσμό των αλεπούδων γιατί «πιέζουν» τις πεδινές πέρδικες και τους φασιανούς; Ανάλογα με το στόχο επιλέγουμε τα μέσα με τα οποία θα τον επιτύχουμε.

Η εθνική νομοθεσία δεν επιτρέπει τον έλεγχο της αλεπούς με άλλα μέσα πλην του κυνηγίου,  με αποτέλεσμα να μην μπορεί ένας διαχειριστής να αντιμετωπίσει ενδεχόμενα προβλήματα που θα προκύψουν από τον υπερπληθυσμό του είδους. Έτσι ωθείται ο κάθε πολίτης που αντιμετωπίζει πρόβλημα – έμμεσο ή άμεσο – να αναλάβει πρωτοβουλίες που πολλές φορές οδηγούν σε ακραίες καταστάσεις, όπως ανεξέλεγκτη τοποθέτηση δηλητηριασμένων δολωμάτων με δυσμενείς επιπτώσεις στην άγρια πανίδα (αρκούδες, λύκους, πτωματοφάγα πτηνά κ.λπ) και τους σκύλους εργασίας (ποιμενικούς, κυνηγετικούς κ.λπ.).

 Ιδιαίτερα προσαρμοστικό είδος

Η αλεπού εμφανίστηκε στη γη πριν από 400.000 χρόνια, περίπου, και αποτελούσε, πιθανώς, σημαντικό θήραμα για τους κυνηγούς της Νεολιθικής εποχής. Στο τελευταίο μισό του 19ου αιώνα εισήχθη σε πολλές περιοχές, κυρίως με σκοπό το κυνήγι! Τη συναντάμε  σχεδόν παντού στο Βόρειο Ημισφαίριο. Εισήχθη από την Βρετανία στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες στα μέσα του 18ου αιώνα απ’ όπου εξαπλώθηκε δυτικότερα. Γύρω στα 1850 εισήχθη και στην Αυστραλία.

Ιδιαίτερα προσαρμοστικό είδος, χωρίς πολλές απαιτήσεις μπόρεσε να εξαπλωθεί και να επιβιώσει σχεδόν σε όλους τους τύπους βιοτόπων. Αφθονεί σε περιοχές με ποικιλία και εναλλαγές βιοτόπων (θαμνότοποι, λιβάδια, δάση κ.λ.π.) πού προσφέρουν τροφή και κάλυψη.

Οι αλεπούδες ζουν σε ομάδες που μοιράζονται μία περιοχή. Σε περιοχές που υπάρχει άφθονη τροφή και μεγάλης πυκνότητας πληθυσμοί, τα θηλυκά αλεπουδάκια της προηγούμενης γέννας μοιράζονται την ίδια περιοχή με τους γονείς τους.  Ο αριθμός αυτών των θηλυκών μπορεί να φτάσει τα έξι αλλά το συνηθέστερο είναι ένα με  δύο. Αυτά τα επιπλέον θηλυκά έχουν χαρακτηριστεί ως «βοηθητικά» των φετινών μικρών (παραμάνες του κυρίαρχου θηλυκού). Παρατηρήθηκε ότι τα νεαρά αυτά θηλυκά προφυλάσσουν τα μικρά αλεπουδάκια από κινδύνους, φροντίζουν για την μετάδοση εμπειριών και παίζουν μαζί τους.

Το μέγεθος της περιοχής (επικράτεια) που διαβιεί μια αλεπού, ποικίλει ανάλογα με τον τύπο του περιβάλλοντος. Σε λοφώδεις περιοχές με λίγη τροφή η έκταση της επικράτειας φτάνει τα 40.000 στρέμματα, ενώ σε αγροτικές περιοχές μπορεί να περιοριστεί στα 200 στρέμματα. Από παρατηρήσεις προκύπτει ότι η μέση έκταση μιας επικράτειας αλεπούς κυμαίνεται από 450 έως 1500 στρέμματα. Η περιοχή κάθε ομάδας αλεπούδων δεν χρησιμοποιείται κατά τον ίδιο τρόπο. Ένα κομμάτι της χρησιμεύει για την αναζήτηση της τροφής, ενώ κάποιο άλλο χρησιμοποιείται ως διάδρομος για τις μετακινήσεις των ζώων.

Οι επικράτειες οριοθετούνται με ούρα και κόπρανα που αποτίθενται  σε εμφανή σημεία (πέτρες, κορμοί δέντρων κ.λ.π) περίπου στο ύψος της μύτης και δεν παραβιάζονται από ανταγωνιστές. Ούρα αφήνονται και στα μονοπάτια, σε ποσότητες ανάλογες με την συχνότητα που χρησιμοποιούνται για τις μετακινήσεις των ζώων. Ο αριθμός των σημαδιών αυξάνεται στο κέντρο της επικράτειας, ενώ μειώνεται προς την περιφέρειά της. Επίσης οι αλεπούδες μπορεί να αφήνουν ούρα σε υπολείμματα τροφής που δεν μπορούν να καταναλωθούν και σε ανοιχτές τρύπες που δεν βρέθηκε τροφή, ώστε να μην «σπαταλούν» χρόνο για να ψάχνουν τα ίδια μέρη.

Οι αλεπούδες υπερασπίζονται την περιοχή τους και δεν επιτρέπουν την είσοδο άλλων. Όταν όμως κάποιος «παρείσακτος» εισβάλλει σε ξένη επικράτεια και γίνει αντιληπτός, συνήθως ακολουθεί μάχη. Σηκώνονται, στηριζόμενες στα πίσω πόδια, και χτυπούν τους ώμους και το στήθος ενώ με ανοιχτό το στόμα προσπαθούν να φοβίσουν τον αντίπαλο. Οι μάχες εκδηλώνονται κυρίως μεταξύ νεαρών ατόμων του ιδίου φύλλου και διαρκούν έως την αποχώρηση του ηττημένου.

Συμπεριφορά

Όπως τα περισσότερα ζώα που σχηματίζουν ομάδες, έτσι και οι αλεπούδες έχουν αναπτύξει κοινωνική οργάνωση και έναν τρόπο επικοινωνίας. Μεγάλη ποικιλία στάσεων του σώματος και του κεφαλιού χρησιμοποιούνται και αποτελούν το «λεξιλόγιο» για την επικοινωνία μεταξύ τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο εκδηλώνουν κυριαρχία, προειδοποιούν για επερχόμενους κινδύνους, ενημερώνουν για πηγές τροφής κ.λ.π. Άλλος τρόπος επικοινωνίας είναι οι φωνές. Ερευνητές έχουν προσδιορίσει  28 ομάδες ήχων που χρησιμεύουν για την επικοινωνία και πιθανόν ποικίλουν από εποχή σε εποχή.

Τα νεαρά αλεπουδάκια διασκορπίζονται μακριά από τους γονείς σε ηλικία 6 – 12 μηνών. Αν και γενικά δεν απομακρύνονται από την περιοχή που γεννήθηκαν, στις Η.Π.Α. διαπιστώθηκε ότι μπορούν  να μετακινηθούν έως και 300 χιλιόμετρα, ενώ στην Ευρώπη βρέθηκε ότι  μετακινούνται έως 100 χιλιόμετρα. Το χρονικό διάστημα, δε,  που διαρκούν οι «βόλτες» τους ποικίλλει από μερικές μέρες έως και λίγους μήνες.

Η αλεπού είναι είδος που κινείται κυρίως τη νύχτα, το σούρουπο και το ξημέρωμα. Οι ημερήσιες μετακινήσεις της  εξαρτώνται από τον βαθμό ενόχλησης που δέχεται. Το καλοκαίρι μπορεί να μείνει δραστήρια αρκετή ώρα μετά το χάραμα, ιδιαίτερα αν τα θηλυκά προσπαθούν να ταΐσουν τα μικρά. Σε γεωργικές περιοχές δραστηριοποιούνται κυρίως μετά τα μεσάνυχτα, χωρίς αυτό να αποτελεί κανόνα. Δεν είναι περίεργο άλλωστε να δει κάποιος μέρα μεσημέρι αλεπού στο κέντρο ενός χωριού ή μιας μικρής πόλης.

Οι δραστηριότητές της ποικίλουν και επηρεάζονται άμεσα από τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες. Τις κρύες και υγρές νύχτες μειώνονται οι μετακινήσεις, ενώ αντίθετα τις θερμές και υγρές νύχτες εξασφαλίζονται όλες οι προϋποθέσεις για ένα επιτυχημένο κυνήγι.

Οι τρόποι κυνηγίου της αλεπούς και η συμπεριφορά απέναντι σε κάθε θήραμα διαφέρουν. Οι δε τροφικές της  προτιμήσεις ποικίλουν ανάλογα με την εποχή και τα διαθέσιμα τροφής. Μπορεί να τραφεί με καρπούς, ψοφίμια, μικρά θηλαστικά , πουλιά, σκουλήκια, έντομα κ.λπ., ενώ παρουσιάζει μεγάλη προσαρμοστικότητα σε νέες πηγές τροφής (σκουπιδότοπους, απελευθερούμενα θηραματικά είδη κ.λπ) και σε αλλαγές βιοτόπων (μετά από πυρκαγιές, εκχερσώσεις κ.λπ) . Τα σκουλήκια, κάποιες εποχές,  εξασφαλίζουν πάνω από το 60% των θερμιδικών απαιτήσεών της. Αφού εντοπίσει κάποιο σκουλήκι με την ακοή (!!!!) που είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη, το συλλαμβάνει με τα μπροστινά της δόντια και στη συνέχεια το τραβά από την τρύπα του με αργές κινήσεις του κεφαλιού της.

Αιώνιο αρπακτικό

Η αλεπού επίσης μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα αρπακτικότητας σε αποικίες πουλιών όπως είναι οι γλάροι. Χαρακτηριστικά ένας ερευνητής αναφέρει ότι σε περιοχή της Βρετανίας μέσα σε μία μόνο αναπαραγωγική περίοδο σκοτώθηκαν 800 γλάροι από τις τέσσερις αλεπούδες που ζούσαν εκεί. Οι 240 απ’ αυτούς μάλιστα… σε μία μόνο νύχτα!

Σε  αγροτική  περιοχή του Bristol εκτιμήθηκε ότι το 0,7% των γάτων και το 7% άλλων κατοικίδιων, σκοτώνονταν ετησίως από αλεπούδες, των οποίων η πυκνότητα ήταν αρκετά υψηλή. Σημαντική, επίσης, πηγή τροφής αποτελούν τα εδαφόβια πουλιά, τα τρωκτικά και άλλα μικρά θηλαστικά όπως ο λαγός. Πολλοί ερευνητές έχουν επισημάνει ότι σε μερικές περιπτώσεις η επίδραση στους πληθυσμούς θηραματικών ειδών  είναι σημαντική. Οι πεδινές πέρδικες είναι ευάλωτες κατά τη διάρκεια της επώασης των αβγών τους, οι πληθυσμοί των  φασιανών δέχονται μεγάλη πίεση με αποτέλεσμα να συρρικνώνονται, οι λαγοί αποτελούν τμήμα του διαιτολογίου της κάποιες εποχές του έτους, ενώ για τα νεαρά ζαρκάδια αποτελεί διαρκή απειλή.  Όσο για τα οικόσιτα ζώα (περιστέρια, κότες κ.λ.π.) μπορεί να σκοτώσει μεγάλους αριθμούς και να τα εγκαταλείψει χωρίς να τα καταναλώσει.

Μπορεί κάποιος εύκολα να διαπιστώσει ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα προσαρμοστικό ζώο που μπορεί να εποικίσει μεγάλη ποικιλία βιοτόπων, να δημιουργήσει προβλήματα σε πτηνά και μικρά θηλαστικά, ενώ παράλληλα να περιορίσει τους πληθυσμούς των τρωκτικών. Κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά και να λαμβάνονται αποφάσεις μετά από ενημέρωση και συμφωνία των εμπλεκόμενων φορέων (Υπουργείο Γεωργίας, αγρότες, κτηνοτρόφοι, κυνηγοί κ.α.) ώστε αν χρειαστεί έλεγχος των πληθυσμών της αλεπούς να βρεθεί ένας παραδεκτός και νόμιμος τρόπος που δεν θα οδηγήσει σε ακραίες και ανεξέλεγκτες καταστάσεις.


About the Author



Back to Top ↑
  • Video της εβδομάδας